H Τζένη Λυκουρέζου κάνει τις φωτογραφίες λέξεις



Της Μαρίας Νίκα 

«Μια εικόνα» λένε «αξίζει όσο χίλιες λέξεις». Πολλές φορές όμως οι εικόνες έχουν ανάγκη από τις λέξεις. Κι αν οι λέξεις είναι πολύ δυνατές, τότε μπορεί ακόμη και να κλέψουν την παράσταση από την εικόνα. Η Τζένη Λυκουρέζου πάντως χρειάστηκε πολύ λιγότερες από χίλιες για να να δώσει την προσωπική της ερμηνεία με ευαισθησία και γλαφυρότητα στην κάθε μια από τις 50 σπουδαίες εικόνες που επέλεξε να συμπεριλάβει στο βιβλίο της «…με αφορμή τις Φωτογραφίες», εκδ. «Δεσμός».

Όταν πριν από δύο περίπου χρόνια μου είχε μιλήσει γι’ αυτή τη δουλειά που ετοίμαζε, το μυαλό μου είχε πάει σε λεύκωμα. Πιάνοντας όμως στα χέρια μου το τυπωμένο πια βιβλίο κατάλαβα τι εννοούσε. Εδώ πρωτεύουσα σημασία έχει το θέμα, η τεχνική ακολουθεί. Ξεκινάς από την εικόνα αλλά παρασύρεσαι από το λόγο διαβάζοντας για την εποχή, το χώρο, τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, τους συμβολισμούς, την ατμόσφαιρα στην οποία τραβήχτηκε η κάθε φωτογραφία. Ολοκληρώνοντας τη μελέτη αυτού του βιβλίου έχεις συνειδητοποιήσει τι είναι η δουλειά του φωτογράφου.




Στέκομαι στην πρώτη εικόνα. Οι δύο καλοντυμένες κυρίες (βιολογικά άνδρες) που γευματίζουν σε εστιατόριο της Νέας Υόρκης το 1966, μου δίνoυν το ερέθισμα να ψάξω περισσότερα για την Ντιάν Άρμπους. Τη φωτογράφο που αν και έγινε διάσημη φωτογραφίζοντας πλούσιους, προτιμούσε να απαθανατίζει τους ανθρώπους του περιθωρίου.

Μια φωτογραφία του Ευγένιου Ατζέ, από τα ψαράδικα της κεντρικής αγοράς του Παρισιού, το 1911, ωθεί τη Τζένη Λυκουρέζου να συνδέσει το φωτογράφο με τον συγγραφέα Εμίλ Ζολά, καθώς έζησαν σε κοντινές εποχές, ενώ και οι δυο εξιστόρησαν τη ζωή του παλιού Παρισιού και της γαλλικής κοινωνίας.




Ο σκυφτός ποδηλάτης του Μπιλ Μπραντ, την κάνει να μιλήσει για τους εξεγερμένους ανέργους των κλειστών ναυπηγείων της Βόρειας Αγγλίας του 1936. Εκείνο τον Οκτώβρη που οι «Σταυροφόροι του
Jarrow» ξεκίνησαν πολυήμερη πεζοπορία διαμαρτυρίας ως το κέντρο του Λονδίνου αλλά γύρισαν πίσω με άδεια χέρια, καταπονημένοι και ταπεινωμένοι.




Στη Φρίντα Κάλο του Μπράβο, φωτογραφημένη δίπλα σε ένα απλωμένο φουστάνι που στεγνώνει, η Τζένη Λυκουρέζου παρομοιάζει το κοντάρι που κρατά το συρματόσκοινο της απλώστρας με τη σιδερένια βέργα που είχε διαπεράσει το κορμί της έφηβης ακόμη ζωγράφου σ’ εκείνο το τροχαίο ατύχημα στην αγορά του
San Juan.




1958. Ο Κόρνελ Κάπα ταξιδεύει στη Σοβιετική Ένωση και φωτογραφίζει τον Μπόρις Πάστερνακ. Είναι η χρονιά που ο Πάστερνακ έχει βραβευτεί με το Νόμπελ για το μυθιστόρημά του «Δόκτωρ Ζιβάγκο» και βρίσκεται σε δίλημμα για το αν θα παραλάβει η όχι το βραβείο. Ο Κάπα τον απαθανατίζει στη ντάτσα του, στο χωριό των συγγραφέων, κοντά στη Μόσχα. «Τα απογυμνωμένα δέντρα, άτακτα βλαστημένα, τον περιζώνουν, μόνο, αξιοπρεπή και υπομονετικό… ».

Στη φωτογραφία με την ξυπόλυτη Mrs. Frank Tingle, τραβηγμένη από τον Γουόκερ Έβανς, η Τζένη Λυκουρέζου μιλά για τους φτωχούς ακτήμονες, τους κολίγους της Αμερικής του 1936. Στην επόμενη σελίδα, μέσα από το «Barber shop for Blacks» (Κουρείο για μαύρους) του ίδιου φωτογράφου, αναφέρεται στις φυλετικές διακρίσεις στον αμερικανικό νότο.




Με τις εικόνες του ερασιτέχνη φωτογράφου Τζον Γκαλντ μιλά για τα εξαθλιωμένα εργαζόμενα γυναικόπαιδα των συνοικιών του Βορειανατολικού Λονδίνου το 1901. «Μητέρα και ανήλικη θυγατέρα μοιράζονται τον ξύλινο πάγκο, τις κόλλες και το καμινέτο, και κάθε βράδυ το μπαγιάτικο ψωμί, λίγο χοιρινό λίπος και τσάι… Το μικρό κορίτσι θα μείνει αδύνατο και καχεκτικό. Θα παραμορφωθεί από την ακινησία… ».

Στη σελίδα 85 παρατηρώ ότι η φωτογράφος Clementina Hawarden έζησε το διάστημα 1822-1865. Μα υπήρχαν φωτογραφικές μηχανές στην εποχή της, αναρωτιέμαι. Ψάχνω στο διαδίκτυο. Η πρώτη, λέει, χημική φωτογραφία, αποτυπώθηκε το 1826!

Συνεχίζω. Στη σελ. 107 η εμβληματική φωτογραφία του Τσε Γκεβάρα. Ο Κουβανός φωτογράφος Αλμπέρτο Κόρντα «δε θα λάβει ούτε ένα σεντ για τα δικαιώματά του ως δημιουργού. Θα του αρκεί που ο Feltrinelli (εκδότης) διέδωσε το μύθο του Che, χωρίς να αμφιβάλει για τα κέρδη που ο Ιταλός αποκόμιζε».

Ύστερα ο Χέινριχ Κουν, που φωτογράφιζε όπως ζωγράφιζαν οι ιμπρεσιονιστές, η Ντοροθέα Λανγκ με τις «φωτογραφίες καταγγελίας», ο σουρεαλιστικός κόσμος του Άνγκους Μακμπίν, η δυναμική Γκέρντα Τάρο, που χάθηκε στα 27 της καταγράφοντας τον Ισπανικό Εμφύλιο, ο νεότερος (γεννημένος το 1964) Πάολο Πελεγκρίν με τα φοβισμένα παιδιά στη Λωρίδα της Γάζας και τρεις Έλληνες: 

Ο Στέλιος Κασιμάτης (1920-1992) από παράνομος φωτογράφος της εξορίας ανοίγει φωτογραφείο στον Πειραιά και αρχίζει να φωτογραφίζει την απλή καθημερινότητα. Μια μέρα βρίσκεται στο παραθαλάσσιο φυσικό πλατό όπου γυρίζεται η «Στέλλα» του Κακογιάννη. Εκεί φωτογραφίζει τη Μελίνα Μερκούρη να κοιτάζεται στο καθρεφτάκι της.
Ακολουθεί η συγκινητική εικόνα της Βούλας Παπαϊωάννου (1898-1990) με το κοριτσάκι που χαζεύει τα καινούργια του παπούτσια στην Αθήνα του 1945.




 Και τέλος ο Ανδρέας Ζαχαράτος (1961-) με τη φωτογραφία «Σταδίου28». Μια άστεγη το 2010 έχει κάνει υπνοδωμάτιό της την είσοδο του βιβλιοπωλείου Κάουφμαν. «Δεν χρησιμοποιείται η μοίρα του συνανθρώπου για να προκληθεί θλίψη, συμπόνοια ή συγκίνηση. Ο φωτογράφος στέκει απέναντι στα γεγονότα με περίσκεψη και συνομιλεί μαζί μας για τη νέα καθημερινότητα. Αφηγείται εύστοχα αυτό που όλοι φοβόμαστε: τη ζωή στο περιθώριο».

*Η Τζένη Λυκουρέζου γεννήθηκε στην Καλαμάτα. Σπούδασε νομικά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάσθηκε για χρόνια ως δικηγόρος. Παρακολούθησε μαθήματα μαυρόασπρης και αρχιτεκτονικής φωτογραφίας, πορτρέτου και φωτογραφίας δρόμου στη ΕΦΕ και τη σχολή ESP. Φοίτησε στο Universita di Perugia per gli Stranieri στο Τμήμα Culturale (ιταλική γλώσσα και τέχνη). Είναι απόφοιτος (με πιστοποίηση) του ΙΕΚ Κηφισιάς του Τμήματος Τεχνικός Λήψης Φωτογραφίας. Τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείται στην έρευνα της σύγχρονης φωτογραφίας. Έχει εκδώσει τα φωτογραφικά λευκώματα «Matera η γη των βράχων», εκδ. Δεσμός 2014 και «Seaside life ΚΑΛΑΜΑΤΑ», αυτοέκδοση 2018. Έχει πραγματοποιήσει προσωπικές εκθέσεις και έχει επιμεληθεί την έκδοση των φωτογραφικών λευκωμάτων του Ανδρέα Ζαχαράτου: «Μάνη από πέτρα & χρόνο», εκδ. Δεσμός 2014, «JAZZ Moments», εκδ. Τόπος 2016 και «THE GREEK ICON», εκδ. Τόπος 2018.