Ισμήνη Καρυωτάκη: “Το αντλιοστάσιο της Γιάλοβας το είδα σαν άνθρωπο”



Συνέντευξη στη Μαρία Νίκα 

Βρέθηκε στη λιμνοθάλασσα της Πύλου πριν από 22 χρόνια με σκοπό να εκπονήσει μια μελέτη, για τη μετατροπή του εγκαταλειμμένου αντλιοστασίου σε σταθμό περιβαλλοντικής ενημέρωσης. Το έργο δεν έγινε ποτέ, αλλά η αρχιτέκτονας και συγγραφέας Ισμήνη Καρυωτάκη έγραψε γι’ αυτό ένα υπέροχο βιβλίο: “Μετατροπή, Αντλιοστάσιο, Γιάλοβα”, εκδόσεις “Το Ροδακιό”. Το παρουσίασε μάλιστα και στην Καλαμάτα. Ήταν ένα βράδυ στο κύμα του Ανδρέα Ζαγάκου. Εκεί τη συνάντησα για πρώτη φορά. Από τότε είχε μείνει στη σκέψη μου σαν ένας από τους πιο ενδιαφέροντες ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Μια ανάρτησή της στο facebook, απόσπασμα από το συγκεκριμένο βιβλίο, πριν λίγες μέρες, 21 Μαΐου - Ευρωπαϊκή Ημέρα NATURA, μ’ έκανε να πάρω το αυτοκίνητο και να ξαναπάω στη Γιάλοβα. Βρέθηκα στο έρημο πια αντλιοστάσιο και το φωτογράφησα. Της έστειλα τις φωτογραφίες. Συγκινήθηκε. Τη ρώτησα αν ήθελε να μου δώσει μια συνέντευξη. Δέχθηκε αμέσως.





- Το βιβλίο σας ξεκινά Απρίλη του 1998. Μια κοπέλα επισκέπτεται το γραφείο σας στην Αθήνα και σας ζητά να αναλάβετε τη μελέτη για τη μετατροπή του αντλιοστασίου. Και ενώ είναι η πρώτη φορά που τη βλέπετε, μέσα σε 45 λεπτά δέχεστε την πρότασή της. Είστε τόσο αυθόρμητος άνθρωπος; Λέτε εύκολα ναι;

Εξαρτάται. Με ενέπνευσε εκείνη η κοπέλα, η αλήθεια είναι, το γράφω κι όλας. Ήταν η Νίκη Καρδακάρη από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία. Είχε έναν τέτοιο ενθουσιασμό και μια πειστικότητα γι’ αυτό που έκανε… Και βέβαια αντιλήφθηκα ότι ο ενθουσιασμός της συνέπιπτε με τον ενθουσιασμό μου. Αυτή η σκηνή έγινε έτσι ακριβώς όπως την περιγράφω, και τώρα συγκινούμαι πολύ που μου το θυμίζετε. Γιατί στην πραγματικότητα το αντλιοστάσιο για μένα είναι κάτι που ξεκίνησε από μια σπίθα’’. Δε σημαίνει ότι δέχομαι πάντα τις προτάσεις. Εξαρτάται ποιος τις απευθύνει και πώς τις απευθύνει.

- Είχατε όμως ήδη εμπειρία από παρόμοιες δουλειές…

Ναι, είχα ήδη εμπλακεί σε περιβαλλοντικές μελέτες βιοτόπων πολλά χρόνια πριν. Έχω διανύσει όλη την Ελλάδα. Ξεκίνησα από το Μεσολόγγι, την Τουρλίδα και τη Λουρονησίδα Μεσολογγίου, τόπους όπου επίσης είχα ενθουσιαστεί. Εκεί ήταν η πρώτη φορά συμμετοχής μου σε σχετική μελέτη και η χαρά ήταν τόσο μεγάλη που μ’ έκανε να πιστεύω πως θα μπορέσω ν’ αλλάξω τα πάντα πάνω στο καθεστώς και τις χρήσεις που καθόριζαν ως τότε τους βιοτόπους. Στη συνέχεια ασχολήθηκα με το Δέλτα του Πηνειού στη Λάρισα, τον Αμβρακικό Κόλπο, τη Σαλαώρα, την Κόπραινα Άρτας, τον Άραχθο, το Δέλτα του Έβρου. Δουλέψαμε πολύ στον Έβρο, στον Άρδα. Εκπονήσαμε τη μελέτη μιας κατασκηνωτικής μονάδας με ξύλινα καταλύματα και ήπιες χρήσεις για το περιβάλλον. Αλλά κι εκεί δεν τελεσφόρησε το σχέδιο. Ενώ είχαμε προχωρήσει σε μελέτη εφαρμογής πια, είχαν γίνει οι βάσεις για τα ξύλινα κτιριάκια, η κρατική χρηματοδότηση διακόπηκε. Θα μπορούσα να σας μιλάω ατέλειωτες ώρες για τις σχετικές μελέτες και την ατελέσφορη πορεία τους.

- Οπότε η Νίκη Καρδακάρη ήξερε πού ήρθε.

Ναι, ήταν πληροφορημένη ότι έρχεται σε κάποιον που θα μπορέσει να ανταποκριθεί σε αυτό που ζητούσε.




- Αφού είχατε κάνει όλα αυτά πριν, γιατί νιώσατε την ανάγκη να γράψετε ειδικά για τη Γιάλοβα;

Η αλήθεια είναι ότι είχα ήδη πάει στη Γιάλοβα. Όταν πια μου πρότεινε η Νίκη την ανάληψη της μελέτης για το κτιριάκι του αντλιοστασίου, ξαναπήγα. Μέχρι τότε όμως δεν είχα μπει στο κτίριο. Αυτό με ενέπνευσε. Το είδα σαν άνθρωπο. Σαν έναν φυσικό οργανισμό, ένα ζωντανό κομμάτι της λιμνοθάλασσας. Το αντλιοστάσιο ήταν ήδη κατασκευασμένο από τη δεκαετία του ’50 με ξεκάθαρο σκοπό. Και ενώ είχε κατασκευαστεί με τη σαφή προδιαγραφή να αποξηράνει τη λίμνη, εγώ είδα’’ πως, αίφνης, το κτίριο αυτό “απέκτησε συνείδηση”, ήρθε σε επαφή με την ίδια τη λιμνοθάλασσα, “συνομίλησε” μαζί της και “αποφάσισε” να μην την αποξηράνει. Αυτό με συνετάραξε. Έτσι “είδα’’ αυτό το κτίριο. Μπήκα μέσα κι όταν ανέβηκα επάνω, γιατί είχε μια σκάλα κυκλότερη ως επάνω, μαγεύτηκα. Ανήκε στο Διβάρι τότε, εκεί ήταν ιχθυοτροφεία. Οι άνθρωποι είχαν μέσα τα δίχτυα τους, υπήρχαν κάποια πατάρια ξύλινα όπου ανέβαινες ψηλά. Ανέβηκα μέσα από τις σκαλίτσες και είδα από τα τζάμια του αντλιοστασίου όλη την περιβάλλουσα περιοχή. Ήταν ένα πράγμα που δεν το πίστευες! Πουλιά τριγύρω και μια απεραντοσύνη ατελείωτη. Εκτός από το Αντλιοστάσιο -που όμως έπαιζε ήδη ένα ρόλο φυσικού παρατηρητηρίου- δεν υπήρχε κανένα άλλο κτίριο που θα μπορούσε να απασχολήσει το μάτι του περιπατητή μέσα σ΄αυτόν τον επί γης παράδεισο. Η Σφακτηρία από τη μια μεριά, από την άλλη το Ναυαρίνο, πέρα αμπέλια και ελιές. Είχα συγκλονιστεί. Αυτό ήταν που με έκανε να ερωτευτώ τόσο την περιοχή, τόσο ώστε όταν πια δεν τελεσφόρησε η μελέτη μας, μου ήταν αδύνατον να μην καθίσω κάτω ν’ αρχίσω να γράφω για τη μεταξύ μας σχέση. Και ήταν η πρώτη φορά που κάθισα και έγραψα ένα βιβλίο τόσο εκτενές. Είχα ήδη εκδώσει άλλα δύο, αλλά εκεί τα κείμενα ήταν πολύ πιο περιορισμένα. Αυτή τη φορά ήταν καθαρή λογοτεχνία. Μέσα από τη σχέση μου με το αντλιοστάσιο, λοιπόν, έφτασα να διαπιστώσω πως είχα μια οριστικά δυνατή κλίση προς τη συγγραφή, πράγμα που δεν είχα ανακαλύψει μέχρι τότε, και ίσως ούτε καν υποψιασθεί.




- Η μελέτη σας τι περιλάμβανε; Αναπαλαίωση;

Όχι αναπαλαίωση, γιατί το κτίριο στην πραγματικότητα δεν έχει καλολογικά στοιχεία ή οτιδήποτε άλλο, ώστε γι' αυτό να το χαρακτηρίσει κανείς διατηρητέο. Διατηρητέο ωστόσο μπορεί να κριθεί για άλλους λόγους. Είναι μια σειρά από ανάλογα κτίρια της δεκαετίας του ’50 με παρόμοια κτιριολογικά στοιχεία και δεν έχουν μείνει πολλά από αυτά. Το Αντλιοστάσιο της Γιάλοβας θυμίζει Αγγελόπουλο. Πολλά πλάνα, σχεδόν σε όλες τις ταινίες του Αγγελόπουλου, περιέχουν ανάλογα κτίρια. Έχω ακόμη τα σχέδια από τη δική μας μελέτη. Eίχε ήδη περάσει από το Υπουργείο Πολιτισμού, από την Εφορεία Αρχαιοτήτων και είχε εγκριθεί. Ο σχεδιασμός έδινε τη δυνατότητα στον επισκέπτη - είχε τρία πατάρια - να ανέβει ως επάνω από μια σκάλα που τον οδηγούσε κυκλότερα γύρω γύρω στο εσωτερικό του κτιρίου, ώστε σε αυτή την άνοδο να έχει την ευχέρεια να παρατηρεί το τοπίο απ’ όλες τις πλευρές. Μέσα στο κτίριο θα μπορούσε να βρει και τη σχετική βιβλιογραφία για τη χλωρίδα, την πανίδα του υγροβιοτόπου. Επίσης βιβλιογραφία για τα αρχαιολογικά στοιχεία, καθώς βρίθει από αυτά η περιοχή. Από πού να αρχίσεις και που να τελειώσεις. Στο βιβλίο αναφέρομαι στην πολιτισμική πλευρά του τόπου.






- Το βιβλίο περιέχει και όμορφες φωτογραφίες σας από το αντλιοστάσιο και τη λιμνοθάλασσα, αλλά και ζωγραφιές σας.

Ναι, έκανα και έκθεση ζωγραφικής. Η έκθεση βέβαια περιλάμβανε πολλά περισσότερα έργα από αυτά που υπάρχουν στο βιβλίο, εμπνευσμένα από το αντλιοστάσιο. Οι δύο τομές του κτιρίου, η εγκάρσια και η κατά μήκος, δίνουν ένα αποτέλεσμα γεωμετρικό εξαιρετικά ενδιαφέρον. Έκανα κάποιους ζωγραφικούς πίνακες εμπνευσμένη από αυτή τη γεωμετρικότητα του κτιρίου, τον τρόπο που αντλούσε τα νερά, γιατί και οι μηχανές του είχαν τεράστιο ενδιαφέρον. Εν τέλει αυτό το εργοστάσιο δε λειτούργησε για τεχνικούς λόγους, αλλά εγώ, όπως σας είπα, ένιωσα ή ψυχανεμίστηκα ας πούμε, ότι δε λειτούργησε επειδή το ίδιο δεν πήρε ποτέ την απόφαση να αποξηράνει τη λίμνη. Τη δεκαετία του ’50 υπήρξε ένας γενικότερος κρατικός προγραμματισμός να αποξηράνουν τις λίμνες σε όλη την Ελλάδα. Ήταν τα έλη, τα οποία είχαν βαλθεί να κάνουν καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Έχουν παραμείνει πολλά αντλιοστάσια από εκείνη την εποχή στη χώρα. Σε άλλες περιοχές ο προγραμματισμός υπήρξε εφικτός, σε άλλες όχι. Με αυτό το πρόγραμμα στερούσαν από τις περιοχές τη χλωρίδα και την πανίδα των υγροβιoτόπων, που ήταν τα ζωντανά στοιχεία της βιολογικής αλυσίδας.

- Τώρα έχουν βαλθεί να κάνουν τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις τουριστικές. Το ίδιο και στην περιοχή γύρω από τη Γιάλοβα. Πώς βλέπετε αυτό που συμβαίνει με το περιβάλλον, το νέο νομοσχέδιο; Φοβάστε ότι χάνεται η ομορφιά, η φυσιογνωμία της χώρας;

Εντελώς. Θρηνώ. Από τότε θρηνούσα για όλ’ αυτά. Η αλήθεια είναι ότι κάποια πράγματα έχουν γίνει σε τόπους κατά καιρούς, όσον αφορά το περιβάλλον, ειδικά σε προστατεύσιμες περιοχές Natura. Από την άλλη, έχουμε φτάσει στο σημείο οι αιγιαλοί να αντιμετωπίζονται σαν προέκταση των ξενοδοχείων, σαν τουριστικές περιοχές, περιοχές όπου ανά πάσα στιγμή οι συναφείς με το περιβάλλον χρήσεις μπορεί να ανατραπούν. Επίσης, απ’ ό,τι διαβάζω, υπάρχει περίπτωση κάποιες από τις Natura περιοχές να πουληθούν από το Δημόσιο! Είναι πράγματα τα οποία δε μπορεί να συλλάβει ο νους σου. “Περιβαλλοντοκτόνο” λένε το νομοσχέδιο όσοι διαφωνούν. Δεν προτείνει λύσεις που θα μπορούσαν πραγματικά να δώσουν εναύσματα και για τουριστική ανάπτυξη ακόμα, αλλά με ήπιες και φιλικές στο περιβάλλον εγκαταστάσεις. Εμείς, και βέβαια πολλοί ακόμη συνάδελφοι μελετητές, έχουμε προτείνει τέτοιες λύσεις, όπως στον Πηνειό ή στον Άρδα, κατασκηνώσεις ξύλινες, υποδομές για ποδηλασία, βαρκάδα, ιππασία, πράγματα συναφή με το περιβάλλον και όχι ανεγέρσεις αίφνης πολυόροφων τουριστικών μονάδων που νέμονται τον αιγιαλό και τον καπηλεύονται.




- Στο βιβλίο έχετε μια φράση του αρχιτέκτονα Aldo Rossi: Οι τόποι είναι πιο ισχυροί από τα πρόσωπα. Το πιστεύετε κι εσείς;

Τον Aldo Rossi πολύ τον συμβουλεύτηκα κατά τη διάρκεια της συγγραφής αυτού του βιβλίου. Έχει γράψει την εξαιρετική Επιστημονική αυτοβιογραφία. Συμβαίνει πράγματι μερικές φορές οι τόποι να είναι πιο ισχυροί από τα πρόσωπα. Οι τόποι έχουν μια διάρκεια μέσα στο χρόνο, είναι παντοτινοί. Ένα πρόσωπο κάποια στιγμή μπορεί και να το χάσεις. Κάποιοι τόποι παραμένουν, μέσα μας τουλάχιστον, διαχρονικά αναλλοίωτοι. Εξάλλου ναι, υπάρχουν τόποι με τους οποίους ταυτίζεσαι. Δηλαδή βλέπεις τον εαυτό σου μέσα τους, είναι ο καθρέφτης σου. Έχω και ένα απόσπασμα του Γιόζεφ Μπρόσνκι στο βιβλίο, τη φράση “όταν αντίκρισα την εικόνα ήταν σαν να εισχώρησα στην ίδια την αυτοπροσωπογραφία μου”. Κι εγώ έτσι ακριβώς ένιωσα στη Γιάλοβα. Ήταν σαν να έβλεπα τον εαυτό μου απέναντι.

- Τη ζήσατε την περιοχή. Πήγατε παντού. Αναφέρετε και τη Σπηλιά του Νέστορα με τις νυχτερίδες. Αν και ζω στη Μεσσηνία δεν την ήξερα.

Είχα τόσο πεισμώσει που ήθελα όλα να τα μάθω. Και ειδικά όταν έγραφα το βιβλίο, αφού είχαν πια τελειώσει όλα, ξανακατέβηκα στην περιοχή. Γράφω για έναν άνθρωπο που είχε μια λάντζα εκεί, με τον οποίο έκανα όλο το γύρο του Ναυαρίνου. Βέβαια, στη Σπηλιά του Νέστορα είχα πάει και πιο παλιά με κάποιους ντόπιους. Είναι πάνω στο νησί της Σφακτηρίας. Η Σφακτηρία επίσης είναι ένας τόπος… Τώρα, έτσι όπως μιλάμε, μου δημιουργείται η ανάγκη να ξανακατέβω και να επισκεφθώ όλα αυτά τα μέρη. Και το όνομά της, Σφακτηρία, είναι πολύ κοντά σε αυτό που ιστορικά είναι η ίδια.




- Γράφετε για τη Γιάλοβα αλλά το βιβλίο το αφιερώνετε στον Σίμο από το Μεσολόγγι.

Ναι, το Μεσολόγγι ήταν ο πρώτος μου έρωτας, ο Λούρος, η Λουρονησίδα. Ο Σίμος ήταν κι αυτός ένα στοιχείο της φύσης, ένας άνθρωπος-στοιχειό που θα μπορούσα να τον ταυτίσω με το αντλιοστάσιο. Είχε γεννηθεί εκεί, στην περιοχή. Η Λουρονησίδα είναι ένας τόπος που τώρα συνδέεται οδικώς με το Μεσολόγγι. Τότε ήταν νησάκι. Αυτός, λοιπόν, είχε απομονωθεί στη Λουρονησίδα, που ήταν ένας παραμυθένιος τόπος και όπου πήγαινε από παιδί με βάρκα. Είχε φτιάξει το καλύβι του εκεί. Ύστερα η Λουρονησίδα καταπατήθηκε, έφτιαξαν οι άνθρωποι σπίτια. Εγώ έφτασα εκεί για μια μελέτη αποκατάστασης του περιβάλλοντος. Και ο Σίμος με δέχθηκε με την ανοιχτοσύνη και την ευγένεια της ίδιας της φύσης. Στην καλύβα του, με το τζάκι αναμμένο, μου διηγήθηκε ατέλειωτες ιστορίες, ιδιαίτερες, σχεδόν παραμύθια. Μετά, όταν πλήθυναν οι άνθρωποι στη Λουρονησίδα, αυτός έφυγε, πήγε κι έστησε ένα καλύβι κάπου όπου έζησε πάλι μόνος του, σαν ερημίτης.

- Πώς καταφέρνετε, έτσι όπως είναι οι ρυθμοί της ζωής, να απολαμβάνετε όλ’ αυτά; Να τα βιώνετε; Ταξιδεύατε με το τρένο Αθήνα - Καλαμάτα, φορτωμένη τις αποσκευές και τα βιβλία σας, και μετά συνεχίζατε για Πύλο. Άλλοι θα θεωρούσαν το ταξίδι με το τρένο χάσιμο χρόνου.

Πράγματι. Αυτός είναι ο τρόπος που εργάζομαι. Αφιερώνω πολύ χρόνο στο αντικείμενο της δουλειάς με το οποίο ασχολούμαι. Και μόνο όταν είμαι ερωτευμένη με αυτό, το εν λόγω αντικείμενο, μπορώ να εργαστώ. Αυτό συμβαίνει και στον έρωτα με ένα πρόσωπο. Δε γίνεται να είσαι ερωτευμένος με κάποιον και να μην του αφιερώνεις χρόνο. Το ίδιο και με τους τόπους όπου εργάζεσαι, τους αφιερώνεις το χρόνο σου. Σε αυτή την περίπτωση η δουλειά δεν καταλήγει καταναγκασμός. Είναι ακριβώς αυτό.




- “Για κάθε μελέτη θα μπορούσαμε να πούμε ό,τι για έναν ανολοκλήρωτο έρωτα” γράφετε. Έτσι νιώθετε και για τη μελέτη του αντλιοστασίου;

Για να πω την αλήθεια, σε αυτή την περίπτωση, επειδή έγραψα το βιβλίο, κάπου ένιωσα ότι ολοκληρώθηκε ο έρωτάς μου. Δηλαδή υπήρξε μια ανταπόκριση. Γιατί αυτό το βιβλίο -παρόλο που το έγραψα όχι με την ελπίδα ότι θα διαβαστεί από πολύ κόσμο-, έγινε τόσο αποδεκτό και αγαπήθηκε τόσο πολύ που είχα εκπλαγεί. Και η εκπλήρωση ίσως είναι ακριβώς αυτό. Ότι αυτή η ανάγκη μου, η επιθυμία να μάθει όλος ο κόσμος γι’ αυτόν τον τόπο, τη Γιάλοβα και το αντλιοστάσιο, κατά κάποιον τρόπο πραγματοποιήθηκε. Είχα εντυπωσιαστεί γιατί, ενώ δεν ήμουν τότε γνωστή συγγραφέας, ασχολήθηκαν με το βιβλίο οι εφημερίδες. Εγώ ήμουν απλά μία αρχιτέκτονας που είχε εκδώσει δύο βιβλία, τα οποία περιείχαν πιο πολύ σχέδια και ζωγραφιές. Το βιβλίο για τη Γιάλοβα έγινε αντικείμενο κριτικής εφημερίδας, από τη Μάρη Θεοδοσοπούλου, η οποία ήταν μία πολύ αυστηρή κριτικός, εξαιρετική ωστόσο. Και έγραψε ένα ακριβοδίκαιο άρθρο για το βιβλίο, που με άφησε ενεή. Ήταν στο κυριακάτικο “Βήμα”. Με παίρνει τηλέφωνο λοιπόν, η Τζούλια η Τσιακίρη, η εκδότρια του Ροδακιού -εγώ ήμουν μέσα στο τρένο- και την ακούω να μου φωνάζει “Ισμήνη τρέξε να πάρεις το Βήμα!”. Κατέβηκα στο σταθμό της Ομόνοιας - το θυμάμαι σαν τώρα - πήρα το “Βήμα”, άρχισα να διαβάζω και δεν πίστευα στα μάτια μου…

- Στο βιβλίο σας λέτε ότι πάντα ονειρευόσασταν να αποκτήσετε μια θέση φύλακα στους τόπους των μελετών σας…

Αχ, αυτό ναι, μένει ακόμα ένα απωθημένο. Και στο βιβλίο για το αντλιοστάσιο το έχω περιγράψει. Θα μπορούσα, επάνω στο τρίτο πατάρι, να έχω εκεί ένα γραφειάκι, και να μένω φύλακάς του. Γιατί αυτοί οι τόποι σε αγκαλιάζουν τόσο για τα καλά, που πραγματικά αισθάνεσαι ότι θα μπορούσες να ζήσεις εκεί και μόνος σου. Δεν εκπληρώθηκε αυτό το όνειρο, το έζησα όμως από κοντά με τόσο ζήλο που είναι σαν να το πραγματοποίησα εν τέλει.

- Σας ευχαριστώ πολύ.

Εγώ ευχαριστώ πολύ. Ήταν πολύ όμορφα που μιλήσαμε για όλ’ αυτά.


Σύντομο βιογραφικό
Η Ισμήνη Καρυωτάκη γεννήθηκε στα Γιάννενα. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ και Σκηνογραφία στην Ecole Nationale des Beaux Arts. Εργάσθηκε ως αρχιτέκτων στο Παρίσι με την ομάδα του Γ. Κανδύλη, σε θέματα πολεοδομικού σχεδιασμού, και αργότερα στην Αθήνα. Από το 1986 ασχολήθηκε με θέματα περιβαλλοντικού σχεδιασμού και ιδιαίτερα με την προστασία και διαχείριση παρόχθιων και παράκτιων περιοχών. Ως σκηνογράφος έχει δουλέψει στο θέατρο και τον κινηματογράφο, ενώ συμμετείχε ως ηθοποιός στην ταινία 
Καρκαλού του Σταύρου Τορνέ. Έχει πραγματοποιήσει εκθέσεις ζωγραφικής και έχει γράψει τα βιβλία:
Στο σκοτάδι και στο φως λάμνει η ψυχή μου, Το Ροδακιό 1997
Το νησί, Το Ροδακιό 2001
Μετατροπή, Αντλιοστάσιο, Γιάλοβα, Το Ροδακιό 2005
Απόπειρα συνάντησης, Το Ροδακιό 2012
Στους δρόμους, Το Ροδακιό 2017
Χωρίς ταξίμετρο, Το Ροδακιό 2019
Σύντομα θα κυκλοφορήσει το νέο της βιβλίο 
Οι ληστές της ανθολογίας του μαύρου χιούμορ” από τις εκδόσεις Ποταμός.